Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2019

Ξεθάβοντας II..





26.4.14

Πόσο παρών μπορεί να είναι κάποιος σε μια ζακέτα? Βεβαίως η ζακέτα δεν είναι παρά ένα άψυχο αντικείμενο χωρίς ενεργητική παρουσία. Ποτισμένο, όμως! Κι εκεί εντοπίζονται τα ουσιώδη. Στη μυρωδιά. Σχεδόν την έκλεψα μιας και δεν μπορούσα να κλέψω την ίδια την παρουσία σου. Κι εμμονικά την κρατάω στα χέρια μου, ακόμη και τώρα που γράφω, γιατί οι πόροι μου εισπνέουν τη λειτουργικότητα τους από το άρωμά σου που συνεχώς εξατμίζεται αλλά ευτυχώς αύριο επιστρέφεις και θα χώσω τη μύτη μου μέσα στο λαιμό σου μόλις σε δω, να γεμίσω εφόδια και να με σώσω από τον αφανισμό που τώρα με πλησιάζει χαμογελώντας. Και τα βρίσκεις παραλλυρημματικά τα διάφορα συνηθισμένα μου αλλά θέλω να πιστεύω ότι θα τα συνηθίσεις και , όχι επειδή θα προσπαθήσεις αλλά, γιατί θα περάσει αρκετός καιρός σε κατάσταση "μαζί" που θα στο κάνει δεύτερη φύση. Τώρα φερ' ειπείν, δεν έχω κάποιο νέο σου, δε σου είπα καληνύχτα κι αυτό είναι ικανό να με κρατήσει άυπνη όλο το βράδυ να σκέφτομαι με τη γαμημένη μηχανή που δε σταματάει ποτέ και να γράφω λέξεις-συμβάσεις, προσπαθώντας να αποτυπώσω το νόημα της απουσίας σου στο χαρτί και παραβλέποντας ότι ακόμη και μέσα μου αυτή η αποτύπωση είναι ανέφικτη γιατί το "απούσα" δε θα μπορέσω να το δεχτώ για σένα όσο κι αν όλα δείχνουν ότι θα έπρεπε. Αλέθω τα λεπτά με μανία και τα περνάω από χίλια κόσκινα για να μου εγγυηθούν ότι θα σε φέρουν πίσω. Κι εκείνα λένε και δε λένε. . Αφήνουν την υπόσχεση να αιωρείται καθώς τα βλέφαρα μου κλείνουν και το κεφάλι μου βαραίνει. 

ξεθάβοντας..





21.4.14


Κοιμάσαι, γλυκιά μου, πραγματικότητά μου.. Κοιμάσαι και όλα έχουν μπει στο ρυθμό της αναπνοής σου και χορεύουν αθόρυβα και γοητευτικά μέσα στη σιωπή του μεσημεριού. . Θα ήθελα να είμαι ό, τι σε περιβάλλει. Το ύφασμα στον καναπέ και η κουβέρτα που σε τυλίγει. Κοιμάσαι. Μετράω τις ανάσες σου και ανιχνεύω ανάμεσά τους κάτι που θυμίζει το όνομά μου. Εύχομαι να μην παρακούω. Κοιμάσαι. Θα προσπαθήσω να κοιμηθώ κι εγώ.  Ίσα να περάσει η δαιμονισμένη ώρα που θα σε φέρει πίσω στα αισθητά και να ζήσουμε Μαζί τον Καφέ Μας, τις Αγκαλιές Μας και κάθε άλλο που θα μετατρέψουμε μέσω του Ανήκειν.  Κοιμάσαι, ονειρεύεσαι ή και όχι. Λίγο με νοιάζει γιατί εγώ το όνειρο το ζω δίπλα σου και μετατρέπομαι σε εγωιστικό γουρούνι που αρκείται σ' αυτήν την εκπλήρωση. Και χαμογελάω τώρα, απ' τη μια γιατί είμαστε η μια της άλλης κι από την άλλη γιατί δεν είμαστε κανενός άλλου. Και μέσα απ' όλα αυτά τα Λάμδα των "άλλων", αναδύονται οι ανάγκες μου υπερκαλυμμένες και σχεδόν δεν τις αναγνωρίζω, μιας και πρώτη φορά υψώνονται περήφανες και χαμογελαστές, ντυμένες τα άνθη της ξεγνοιασιάς. Κοιμάσαι. Κοιμήσου κι, όταν ξυπνήσεις, ξύπνα με, να ανασάνουμε Μαζί τον αέρα των θαλασσινών μαλλιών σου..